Αρχέγονος διχασμός στα Resorts του Μέλλοντος
Σπύρος Στ. Κόγκας
Το Infinity Pool,μια ταινία του Brandon Cronenberg,ξεκίνησε να προβάλλεται μόλις πριν δύο μήνες, Ιανουάριος 2023. Ο νέος Καναδός σκηνοθέτης στην τρίτη του κινηματογραφική απόπειρα μας υποχρεώνει μετά από πολύ καιρό να παραδεχτούμε την επικαιρότητα όλων των αναλύσεων του Giles Deleuze για το Σινεμά.
Η εποχή της ιδιωτικής κινηματογραφικής εμπειρίας με την κυριαρχία του Netflix style, δεν αναιρεί την δυνατότητα να δημιουργούνται ταινίες που παίρνουν ρίσκα,παλεύουν να αποβάλλουν τα κλισέ και στερεότυπα της μεταμοντέρνας ρευστότητας και δημιουργούν αφηγήσεις πολλών επιπέδων.

Αυτό δεν είναι εύκολο,όχι μόνο λόγω των απαιτήσεων της διεθνούς βιομηχανίας ταινιών αλλά και εξαιτίας μιας δυσκολίας της νέας Σινέ μυθοπλασίας να τολμήσει να επικοινωνήσει με το θεατή μηνύματα που ξεπερνούν τα συνήθη θέματα περί των ταυτοτήτων,φύλων, κοινωνικής ιεραρχίας και πολιτικών εξελίξεων. Μηνύματα που πέραν της σκηνοθετικής,σεναριακής και υποκριτικής αδυναμίας μιας ταινίας μπορούν τελικά να εμφανίζονται πανίσχυρα και με ένα τρόπο μοναδικό διασώζουν κινηματογραφικά την αξία μιας δημιουργίας.
Αυτή η περιγραφή ταιριάζει κατά την γνώμη μου πλήρως στην περίπτωση του Infinity Pool.Σ’ αυτή άλλωστε την ιδιαίτερη αυτονόμηση των θεμελιωδών μύθων που αποδίδονται στην ταινία θα σταθώ κυρίως,θεωρώντας πως ο γιος του σπουδαίου David Cronenberg καταφέρνει να δημιουργήσει ένα μεταμοντέρνο στορυ που εγείρει αυτούς τους “μύθους” με αξιοσημείωτο τρόπο.
Χωρίς αμφιβολία ο Brandon Cronenberg συνεχίζει την παράδοση του πατέρα του πάνω στον λεγόμενο κινηματογράφο του σωματικού τρόμου, ιδιαίτερα επηρεασμένος ίσως από την ταινία του Dead Ringers ( “Οι Διχασμένοι” στην ελληνική απόδοση) όπου το θέμα της διπλής υπόστασης του Εαυτού τίθεται από τον David Cronenberg μπροστά στα διλήμματα περί κυριαρχίας, θυσίας,μετα-ανθρωπισμού.
Στο Infinity Pool υπάρχει μια ακόμα ισχυρή επίδραση από την κινηματογραφική παράδοση του David Cronenberg, αυτή της χρήσης της μυθοπλαστικής τοπολογίας του σπουδαίου συγγραφέα J.G Ballard.Ο νεώτερος Cronenberg χρησιμοποιεί το σκηνικό της πολυτελούς διαχωρισμένης περιοχής ως όριο, σύνορο με την απειλητική εξωτερικότητα ενός Καφκικού τόπου μιας αιμοσταγούς γραφειοκρατίας.Εκεί ξεκινά η δημιουργία μιας ιστορίας που είναι τόσο μεταφυσική που μοιάζει απολύτως φυσική και τόσο δυστοπική που γίνεται αφόρητα ρεαλιστική.
Ο Brandon Cronenberg κάνει εμφανείς και τις Τρίερ καταβολές του, σωστά επιλέγοντας ως πρωταγωνιστές δύο ηθοποιούς που με διαφορετικό τρόπο ο καθένας έχουν αλληλεπίδραση με το έργο του Λαρς Φον Τρίερ. Από την μια πλευρά η Mia Goth, που από την συμμετοχή της στο Nymphomaniac μοιάζει με εξαιρετική άνεση να υποδύεται το ρόλο μιας femme fatale που εύκολα θα έπαιρνε το χάρισμα από το Ζωρζ Μπατάιγ να υποδυθεί την ζωντανή συνείδηση του Κακού ως υπενθύμιση του έκπτωτου ανθρώπου.

Από την άλλη πλευρά ο Σουηδός Alexander Skarsgard, γιος του σπουδαίου Stellan Skarsgard,εκλεκτού και αγαπημένου ηθοποιού του Λαρς Φον Τρίερ.Ο δικός του ρόλος στα χέρια του Brandon Cronenberg παρά τις φανερές δραματικές αδυναμίες του, αγγίζει αυτή την απαιτούμενη κενότητα ανάμεσα στον Εαυτό που φονεύει το αντίγραφο/ομοίωμα του και το ομοίωμα που βασανίζεται για την συμμετοχή του σε ένα τελετουργικό δράμα που μόνο στις σελίδες περί των θυσιών ενός Joseph de Maistre θα μπορούσε κανείς να αισθανθεί την τρομαχτική του μεταφυσική.
Δυστυχώς για όσους αναζητούν μόνο κοινωνιολογικές ερμηνείες σε κάθε έργο τέχνης,το Infinity Pool δεν μένει στο προφανές κοινωνικό και πολιτικό σχόλιο για μια εποχή που διατηρεί ακραίες πολώσεις στον πλούτο και στην δυνατότητα της σπατάλης του.Ούτε επίσης βασίζεται στο να αποδώσει μια ηθικολογία περί του πως θα χρησιμοποιηθεί η κλωνοποίηση,η βιοτεχνολογία και η ανθρωποειδής ρομποτική από τους πλούσιους που θα επιθυμούν να σκοτώνουν δίχως τιμωρία φτωχούς στο κοντινό ή απώτερο μέλλον.

Είναι αλήθεια πως ο σκηνοθέτης,μέχρι το τέλος αυτής της τρομαχτικής ιστορίας διακοπών πολυτελείας, στηρίζει την ανάπτυξη της αφήγησης του σε αυτήν την παρανοϊκή προνομιούχα εμπειρία των ολίγων που πληρώνουν για να απαλλάσσονται φαινομενικά από κάθε τιμωρία υποκαθιστούμενοι από τους Σωσίες τους. Όμως εδώ αρχίζει ο νεώτερος Cronenberg να τολμά την καταβύθιση. Χρησιμοποιεί ως αφετηρία αυτό τον άνισο κόσμο, αυτό τον διπολικό τόπο του resort/ghetto ώστε να μεταφέρει τον πόλεμο μέσα στον ίδιο τον εαυτό του πρωταγωνιστή.
Η ψυχεδέλεια, ο θυσιαστικός θάνατος με την μορφή εκτέλεσης, το σεξουαλικό όργιο, η αρχέγονη σχάση ανάμεσα στον Άβελ και Κάιν, στο Καλό και το Κακό ως ολοζώντανα σωματικά στοιχεία της ίδιας ύπαρξης, αυτά είναι όσα θέλει να πάει πέρα από την κοινωνική δυστοπία ο δημιουργός. Μήπως έτσι δεν γινόταν πάντα όταν απαιτούνταν να χρησιμοποιηθεί ο ρεαλισμός ώστε να μπορέσει η τέχνη και η φιλοσοφία να σκάψει ελεύθερα προς τα αφανή υπόγεια; Τι άλλο κάνουν οι Ντε Σαντ, Μπατάιγ, Μπωντλαίρ, το Γοτθικό μυθιστόρημα, ο Λάβκραφτ ή ο Ουελμπέκ στις μέρες μας;
Αποδέχονται πως αυτός ο εξωτερικός κόσμος είναι άνισος και άδικος ώστε να εξετάσουν ανατομικά την ανθρώπινη φύση από την σκοπιά των προαιώνια αμετάβλητων στοιχείων που την κρατούν φυλακισμένη στην υλική και πνευματική σχάση.Εκεί ξεδιπλώνεται το ζήτημα της μνήμης ως αφετηρίας προς ένα σημείο που είναι Άλφα και ωμέγα μαζί, το ακατάληπτο ακόμα στοιχείο που μπορεί μια ύπαρξη να διαφύγει από τον ατέρμονο αλληλοσπαραγμό.
Να διαφύγει η μνήμη της ύπαρξης από τον κύκλο του φόνου,της θυσίας και του αρχέγονου διχασμού, αγγίζοντας έξω από αυτό το τρομερό κοσμικό κάρμα το υπεράνθρωπο.Το Infinity Pool, η πισίνα που δημιουργεί την ψευδαίσθηση της απεραντοσύνης της με τον ορίζοντα, γίνεται ένα τραπέζι μπιλιάρδου που αγγίζει το άπειρο η χωρίς νόημα σύγκρουση του ατόμου με τον εαυτό του.Η μόνη μπάλα είναι η μαύρη που μεταμορφώνεται κάθε φορά που πέφτει σε αυτή την τρύπα της απώλειας του εαυτού της σε νέες ολόιδιες μαύρες μπάλες.

Σε αυτή την δίνη δεν υπάρχει καμία αληθινή κυριαρχία, καμία εγγύτητα του υπερανθρώπου.Η Mia Goth, ως Σειρήνα σπρώχνει τον πρωταγωνιστή Alexander Skarsgard να γίνει ένας Φρικιαστικός Οδυσσέας, ως Κίρκη τον κρατά κοντά της ζητώντας του να μεταμορφώνεται μόνος του σε θηρίο.
Είναι όμως και η γυναίκα που ενσαρκώνει την συνείδηση των ορίων της ανθρώπινης υποκρισίας και άρνησης για το αυθεντικό ξεπέρασμα. Ο ήρωας στο τέλος κατανοεί ότι πρέπει να μείνει μόνος μακριά από την καταραμένη Σαντική Σαμανική συμμορία του resort χάους.Να ξαναδοκιμάσει μέσα στον επερχόμενο μοναχικό χειμώνα αν η σαγήνη του καθαγιασμένου και χωρισμένου τόπου της αυτοθυσίας του σε αντάλλαγμα τον φόνο των αδυνάτων υπήρξε για να ξαναζήσει ή για να πεθάνει για πάντα.
Είναι ένα Infinity Pool που κανείς δεν θα ξαναμπεί μέσα του ίδιος αν ξαναδεί αυτή την ταινία,με όλη την επιείκεια στις αδυναμίες του φίλμ, αναγνωρίζουμε στον νεώτερο Cronenberg την πρόθεση να μας σπρώξει να βουτήξουμε στα πιο βαθιά νερά μας.